Μπροστά στα τείχη τής Τροίας είναι παραταγμένοι οι στρατοί Αχαιών και Τρώων και στη μέση ετοιμάζονται να μονομαχήσουν ο Μενέλαος
με τον Πάρη. Ο νικητής τα παίρνει όλα. Οι γέροντες της πόλης κάθονται ψηλά σε
έναν πύργο και εποπτεύουν τη δράση, όταν εμφανίζεται η Ελένη.
[ Ιλιάδα Γ154-158 ]
Κι ως είδαν την Ελένη αντίκρυ τους στον πύργο εκεί να
φτάνει,
λόγια ανεμάρπαστα σιγόφωνα σταυρώναν μεταξύ τους :
« Δεν είναι κρίμα αν βασανίζουνται για μια γυναίκα τέτοια
μαζί κι οι Αργίτες οι λιοντόκαρδοι κι οι Τρώες καιρούς και
χρόνια ·
τι φοβερά με τις αθάνατες θεές στην όψη μοιάζει.
Η ομορφιά τής Ελένης είχε τη δύναμη να ενώσει τους Έλληνες
και να ξεσηκώσει ολόκληρη εκστρατεία εναντίων των απαγωγέων της. Παρ' όλα αυτά, στη Μυθολογία, η περιοχή τους δεν προσέλκυσε για πρώτη φορά το ενδιαφέρον των Ελλήνων.
Ο Φρίξος και η Έλλη, βασιλόπουλα του Βοιωτικού Ορχομενού σε
καιρούς ισχνών αγελάδων, με τη βοήθεια της μητέρας τους, Ωκεανίδας Νεφέλης, φυγαδεύονται πάνω στη ράχη ενός ιπτάμενου κριαριού με χρυσή προβιά για να
γλιτώσουν από τις μηχανορραφίες τής μητριάς τους. Η Έλλη πέφτει από το ζώο – και
δίνει το όνομά της στα στενά τού Ελλήσποντου –, ενώ ο αδελφός της καταφέρνει να
βρει άσυλο στην Κολχίδα τού Εύξεινου Πόντου. Το κριάρι θυσιάζεται και η
πολύτιμη προβιά του, το "χρυσόμαλλο δέρας", φυλάσσεται με τα ισχυρότερα μέτρα ασφαλείας.
Μετά από χρόνια,
ένα άλλο βασιλόπουλο – με οικογενειακά προβλήματα κι αυτό –, ο Ιάσονας, εκστρατεύει μαζί με στρατό από ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο προς ανάκτηση του
χρυσόμαλλου δέρατος. Ο Ιάσονας καταφέρνει να αποσπάσει το θησαυρό με τη βοήθεια
της κόρης τού βασιλιά Αιήτη, Μήδειας, Η Μήδεια τον ακολουθεί στην Ελλάδα,
επιδεικνύοντας μάλιστα ιδιαίτερα μοχθηρή αποφασιστικότητα.
Ένας άλλος Έλληνας, ο Ηρακλής, είχε μπλεχτεί σε ξένα προβλήματα – όπως το συνήθιζε –, και είχε σώσει την Τροία από την κατάρα τού Απόλλωνα και του Ποσειδώνα. Ως ανταμοιβή, ο Τρώας βασιλιάς Λαομέδοντας τού είχε υποσχεθεί τα φημισμένα άλογά του, όμως φέρθηκε με αχαριστία και αθέτησε το λόγο του – όπως συνήθιζε κι αυτός από τη μεριά του. Ο Ηρακλής εκστρατεύει εναντίων τής πόλης και την καταλαμβάνει. Ο Πρίαμος ήταν ο μόνος γιος τού Λαομέδοντα που γλίτωσε στην άλωση της Τροίας από τον Ηρακλή.
Υπάρχουν κι άλλοι μύθοι με περιπέτειες Ελλήνων ηρώων στη Μικρά Ασία – όπως αυτός του Βελλεροφόντη –, όμως ο μύθος τής εκστρατείας τού Ιάσονα και των συμμάχων του, της "Αργοναυτικής Εκστρατείας", παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με αυτόν του Τρωικού Πολέμου: α) ευρεία συμμαχία περιοχών τής Ελληνικής χερσονήσου με κοινό στόχο, β) μάχες στις πλούσιες χώρες των λαών τής Ασίας, γ) προβλήματα κατά την επιστροφή στην πατρίδα.
Είναι πιθανό η αιτία των πολέμων αυτών να ήταν το ενδιαφέρον των Ελλήνων για τα ομολογουμένως πλούσια απέναντι παράλια, εξαιτίας περιορισμένων πόρων και οξυμένων προβλημάτων στις πατρίδες τους. Κατά μια ενδιαφέρουσα εξήγηση, μάλιστα, το χρυσόμαλλο δέρας τής Αργοναυτικής Εκστρατείας παραπέμπει στη χρυσοθηρία, καθώς οι προβιές χρησιμοποιούνταν για τη συλλογή τού χρυσού από τούς ποταμούς όπως αργότερα θα χρησιμοποιούνταν τα κόσκινα. Τα ψήγματα του μετάλλου, που παγιδεύονταν πάνω τους, τις έκαναν να φαίνονται χρυσές μόλις στέγνωναν. Ίσως ο πρωταρχικός στόχος των Αργοναυτών, όπως και των απογόνων τους, να ήταν ο έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πηγών τής Μικράς Ασίας. Και η Τροία, εκτός από πολύ πλούσια χώρα, ήταν το προπύργιο των στενών που ένωναν το Αιγαίο με τον Εύξεινο Πόντο.
Περνώντας από τη Μυθολογία στην Ιστορία, μερικούς αιώνες μετά τον Όμηρο, ο Ηρόδοτος αναφέρει την οπτική των
Περσών για το ζήτημα, με την οποία μάλιστα δικαιολογούν τις επιθέσεις εναντίων τής Ελλάδας κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα. Η άποψή τους δίνει μεγαλύτερη
βαρύτητα στην υπόθεση της αρπαγής γυναικών. Βέβαια αυτό, σε καμιά περίπτωση, δεν μπορεί να αποκλείσει
παράλληλες βλέψεις για πλουτισμό και επεκτατικά εγχειρήματα.
Απόσπασμα στα νεοελληνικά από τις "Μούσες" τού Ηρόδοτου (Κλειώ, 1-5):
Οι λόγιοι Πέρσες ισχυρίζονται πως αίτιοι της διαμάχης [σημ.:
μεταξύ Ελλήνων και Περσών] ήσαν οι Φοίνικες. Γιατί αυτοί, όταν ήρθαν από τη
λεγόμενη Ερυθρά Θάλασσα σε αυτήν εδώ τη θάλασσα και εγκαταστάθηκαν στον τόπο
όπου κατοικούν και σήμερα [σημ.: 5ος αιώνας π.Χ], αμέσως άρχισαν να κάνουν
μακρινά θαλασσινά ταξίδια και φέρνοντας φορτία εμπορευμάτων από την Αίγυπτο και
από την Ασσυρία, πήγαιναν σε διάφορα μέρη, και ανάμεσα σε αυτά στο Άργος. Τα
χρόνια εκείνα το Άργος ήταν η πρώτη από όλες τις πόλεις της χώρας που σήμερα
ονομάζεται Ελλάδα. Έφτασαν λοιπόν στο Άργος οι Φοίνικες και άρχισαν να
διαθέτουν το φορτίο τους. Αλλά την πέμπτη ή την έκτη ημέρα από την άφιξή τους
και ενώ τα είχαν σχεδόν όλα ξεπουλήσει, ήρθαν στην παραλία πολλές γυναίκες και
του βασιλιά η θυγατέρα. Το όνομά της ήταν, όπως την έλεγαν οι Έλληνες, Ιώ, κόρη
του Ινάχου. Στάθηκαν λοιπόν κοντά στην πρύμνη του καραβιού και αγόραζαν από τα
εμπορεύματα ό,τι επιθυμούσε η καθεμιά τους. Οι Φοίνικες τότε, συντονισμένα, όρμησαν
καταπάνω τους. Αν και οι περισσότερες γυναίκες ξέφυγαν, άρπαξαν την Ιώ και
κάμποσες άλλες, τις έβαλαν μέσα στο καράβι και έφυγαν, βάζοντας πλώρη για την
Αίγυπτο.
Όπως υποστηρίζουν οι Πέρσες – αλλά όχι οι Έλληνες – με αυτόν
τον τρόπο η Ιώ βρέθηκε στην Αίγυπτο και αυτό έγινε η κύρια αιτία των αδικημάτων
που ακολούθησαν. Στη συνέχεια κάποιοι Έλληνες, των οποίων το όνομα δεν είναι
γνωστό, πήγαν με τα καράβια τους στην Τύρο της Φοινίκης και άρπαξαν τη θυγατέρα
του βασιλιά, την Ευρώπη. Υποτίθεται πως ήταν Κρήτες. Κι έτσι η προσβολή
ξεπληρώθηκε με προσβολή. Ύστερα όμως από αυτό. οι Έλληνες έγιναν αιτία για
δεύτερο αδίκημα. Έπλευσαν με μεγάλο καράβι στην Αία της Κολχίδας, στον Φάσι
ποταμό, και όταν τελείωσαν τις δουλειές που είχαν εκεί να κάνουν, άρπαξαν την
κόρη του βασιλιά, Μήδεια. Ο βασιλιάς έστειλε τότε στην Ελλάδα πρέσβη γυρεύοντας
ικανοποίηση για την αρπαγή και απαιτώντας την παράδοση της κόρης του. Όμως οι
Έλληνες τού απάντησαν πως ούτε εκείνοι είχαν δώσει ικανοποίηση σ' αυτούς για
την αρπαγή της Αργείτισσας Ιούς, κι έτσι
ούτε οι ίδιοι θα δώσουν ικανοποίηση σ' εκείνους.
Δυο γενιές μετά ο γιος του Πριάμου, Αλέξανδρος, ακούγοντας αυτά τα γεγονότα αποφάσισε να κλέψει
γυναίκα από την Ελλάδα, σίγουρος πως δε θα χρειαζόταν να επανορθώσει για το αδίκημα,
εφόσον ούτε και οι Έλληνες είχαν επανορθώσει. Όμως όταν έκλεψε την Ελένη, οι Έλληνες
αποφάσισαν αρχικά να στείλουν πρέσβεις [σημ.: ο Όμηρος αναφέρει τους Οδυσσέα
και Μενέλαο (Γ204 κ.ε.)] να απαιτήσουν την επιστροφή της Ελένης και επανόρθωση.
Όταν όμως οι Τρώες άκουσαν τους πρέσβεις, απάντησαν ότι αφού δεν είχαν
επανορθώσει οι Έλληνες για την αρπαγή της Μήδειας, δεν έπρεπε να ζητάνε
ικανοποίηση απ΄ την άλλη πλευρά.
Μέχρι αυτό το σημείο δεν επρόκειτο παρά για αρπαγές από τη
μια ή την άλλη πλευρά· από τη στιγμή όμως εκείνη οι Έλληνες έγιναν αιτία
σπουδαιότερων αδικημάτων, διότι αυτοί πρώτοι ξεκίνησαν τον πόλεμο στην Ασία,
και όχι οι Πέρσες στην Ελλάδα. Κατά τη γνώμη των Περσών, η αρπαγή γυναικών
είναι άδικο πράγμα· ο σχεδιασμός εκδίκησης για μια αρπαγή ανόητο· και η πλήρης
αδιαφορία προς τους απαγωγείς φρόνιμο, καθώς ήταν φανερό πως εάν οι γυναίκες
εκείνες δεν το ήθελαν, ποτέ δε θα μπορούσαν να έχουν απαχθεί. Οι ασιατικοί
λαοί, προσθέτουν οι Πέρσες, καθόλου δεν φρόντισαν για όσες γυναίκες απήχθησαν
απ΄ αυτούς, ενώ οι Έλληνες, για μια Λακεδαιμόνια μάζεψαν μεγάλο στόλο,
κατέκλυσαν την Ασία και κατέστρεψαν το βασίλειο του Πριάμου. Να η αιτία για την
οποία οι Πέρσες θεωρούσαν πάντα τους Έλληνες εχθρούς, γιατί από τη μια την Ασία
και τα βάρβαρα έθνη της τα θεωρούν κτήση τους, από την άλλη την Ελλάδα και το
Ελληνικό έθνος το διανέμουν κατά πως θέλουν.
Έτσι τα αναφέρουν οι Πέρσες τα γεγονότα και αποδίδουν στην
άλωση της Τρωάδος την αρχή της έχθρας τους εναντίων των Ελλήνων. Και σχετικά με την Ιώ οι
Φοίνικες δεν συμφωνούν μαζί τους. Λένε ότι για να την φέρουν στην Αίγυπτο δεν
χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουν βία, καθώς από το Άργος ακόμα είχε κρυφή σχέση με
τον πλοίαρχο και, όταν είδε ότι είχε μείνει έγκυος, φοβήθηκε τους γονείς της και
για να μην την ανακαλύψουν έφυγε με τη θέλησή της με τους Φοίνικες. Αυτές είναι
οι αντιφατικές διηγήσεις των Φοινίκων και των Περσών. Εγώ δεν θα εκφέρω γνώμη
για το εάν τα πράγματα έγιναν έτσι ή αλλιώς. Μου αρκεί να ξέρω ποιός είναι ο
πρώτος που αδίκησε τους Έλληνες και αφού τον κάνω γνωστό, θα συνεχίσω τη
διήγησή μου περνώντας από μικρές και μεγάλες πολιτείες, καθώς απ΄ αυτές που
ήταν άλλοτε μεγάλες, σήμερα οι περισσότερες είναι μικρές, ενώ αυτές που στις
μέρες μου είναι μεγάλες, παλιότερα ήταν μικρές. Θα αναφέρω λοιπόν και τις μεν και
τις δε, καθότι γνωρίζω ότι η ευδαιμονία στους ανθρώπους δεν είναι κάτι σταθερό.
